Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Σλοβενία: Αυτή θα είναι η επόμενη Κύπρος;



Το 2013 ξεκίνησε σχετικά ήρεμα, όμως αίφνης ξέσπασε η τραπεζική θύελλα στην Κύπρο, επαναφέροντας βίαια στο προσκήνιο την κρίση στην ευρωζώνη. Μετά τη διάσωση της Κύπρου, το ερώτημα που απασχολεί είναι το ποια χώρα έχει σειρά να ζητήσει βοήθεια και, κυρίως, αν θα απαιτηθεί από αυτή να «κουρέψει» τους μεγαλοκαταθέτες των τραπεζών της. Ενδεικτικό είναι ότι διάφορες χώρες της ευρωζώνης έσπευσαν να δηλώσουν ότι η περίπτωσή τους είναι διαφορετική από της Κύπρου. Ανάμεσά τους η Μάλτα, το Λουξεμβούργο και η Σλοβενία. Οι επενδυτές έχουν ήδη βάλει στο μικροσκόπιο τη Μάλτα, η οποία υποδέχθηκε μέρος των κεφαλαίων που «δραπέτευσαν» από την Κύπρο, όμως στοιχηματίζουν ότι το επόμενο κομμάτι του ντόμινο που θα πέσει είναι η Σλοβενία...


Το πρώτο θύμα της κυπριακής «μεταδοτικής ασθένειας» είναι η Σλοβενία. Μόλις έκλεισε η συμφωνία για τη διάσωση της Κύπρου, ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ έκανε τη δήλωση-«βόμβα» ότι η φόρμουλα της συμμετοχής των καταθετών στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αποτελεί μοντέλο για μελλοντικές διασώσεις και ο κλοιός άρχισε να στενεύει γύρω από τη Σλοβενία.

Οι ενδείξεις εναντίον αυτής της χώρας των δύο εκατομμυρίων κατοίκων - της πρώτης πρώην κομμουνιστικής που υιοθέτησε το ευρώ (το 2007) και η οποία αποτελούσε υπόδειγμα οικονομικών επιδόσεων μέχρι να την πλήξει η κρίση - συσσωρεύονται. Οι αποδόσεις των ομολόγων που εκδίδει η Λιουμπλιάνα εκτινάχθηκαν στα ύψη και σήμερα πλησιάζουν το 7%, ποσοστό που θεωρείται μη βιώσιμο. Οπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία (Ελλάδα, Πορτογαλία κ.λπ.) μόλις τα ομόλογα μιας χώρας φθάσουν στο ποσοστό αυτό, η χώρα παύει να μπορεί να δανείζεται από τις αγορές και στρέφεται στην τρόικα για βοήθεια.

Καμπανάκι για τη σλοβενική οικονομία αποτελεί το γεγονός ότι οι αποδόσεις των βραχυχρόνιων (διετών) ομολόγων της ξεπέρασαν εκείνες των μακροχρόνιων (10ετών) - αλάνθαστο σημάδι κινδύνου χρεοκοπίας το οποίο είχε παρατηρηθεί στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Η κεντροαριστερή πρωθυπουργός της Σλοβενίας Αλένκα Μπράτουσεκ, που ανέλαβε πρόσφατα τα καθήκοντά της, έσπευσε να δηλώσει: «Η Σλοβενία δεν θα χρειαστεί βοήθεια, μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας. Το τραπεζικό μας σύστημα είναι σταθερό και οι συγκρίσεις με την Κύπρο είναι άτοπες. Οι καταθέσεις είναι ασφαλείς και η κυβέρνηση τις εγγυάται». Σε προηγούμενες περιπτώσεις ανάλογων διαψεύσεων, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, δεν πρόλαβαν να περάσουν λίγοι μήνες και η διάψευση... διαψεύστηκε.

Αυτό που περιμένουν όλοι να δουν με μεγάλο ενδιαφέρον είναι αν θα εφαρμοστεί η «κυπριακή φόρμουλα» και στην περίπτωση της επόμενης χώρας που θα στραφεί στην τρόικα για βοήθεια, δηλαδή αν θα κουρευτούν οι καταθέσεις. Γιατί στη Σλοβενία, όπως και στην Κύπρο, ο αδύναμος κρίκος είναι ο τραπεζικός τομέας και όχι το υψηλό χρέος και τα ελλείμματα όπως στην Ελλάδα.

«Οι Σλοβένοι εξοργίζονται με τις υπόνοιες ότι η χώρα θα χρειαστεί βοήθεια για να σωθεί»
λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο Αντρέι Ρους, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Λιουμπλιάνας. «Την ιδέα για τη διάσωση την έριξε πρώτη φορά στο τραπέζι ο πρώην πρωθυπουργός Γιάνεζ Γιάνσα πριν από έξι μήνες για να εξουδετερώσει τις αντιδράσεις προς τα προτεινόμενα μέτρα λιτότητας. Σήμερα που η κυβέρνησή του απέτυχε, προσπαθεί να καλλιεργήσει την ανησυχία με τη βοήθεια των δεξιών φίλων του στην ΕΕ ελπίζοντας ότι μια σοβαρή κρίση θα τον επαναφέρει στην εξουσία».

Ο κ. Ρους θεωρεί απίθανο ένα σενάριο Κύπρου. «Για να διασωθεί ολόκληρος ο τραπεζικός τομέας της Σλοβενίας θα χρειαστούν 4-6 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 10%-15% του ΑΕΠ. Το δημόσιο χρέος φθάνει το 50%, ένα από τα χαμηλότερα στην ΕΕ (σ.σ.: αλλά αναμένεται ότι θα φθάσει το 60% φέτος). Γιατί λοιπόν οι αγορές αυξάνουν το κόστος δανεισμού της Σλοβενίας; Η απάντηση μπορεί να βρεθεί στο ελληνικό σενάριο: η Ελλάδα κατέρρευσε μετά την Ισλανδία λόγω της απληστίας των χρηματοοικονομικών αγορών που αναζητούσαν υψηλές αποδόσεις. Για τους επενδυτές η στρατηγική αυτή είναι πολύ απλή: δάνεισέ τους 6 δισ. ευρώ, πνίξε τους με υψηλά επιτόκια και σε έξι μήνες θα σε έχει αποπληρώσει πλήρως η ΕΕ και θα έχεις βγάλει και ένα καλό κέρδος».

Η στρατηγική αυτή προϋποθέτει πρόθυμη κυβέρνηση και παθητικό λαό. «Κανένα από τα δύο δεν ισχύει στη Σλοβενία όπου η λαϊκή εξέγερση κατά της κυβερνητικής διαφθοράς, των σαρωτικών αλλά χωρίς διαφάνεια ιδιωτικοποιήσεων και των άδικων μέτρων λιτότητας έριξε πρόσφατα τη δεξιά κυβέρνηση. Η νέα κεντροαριστερή κυβέρνηση ελπίζει ότι θα βρει τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στις περικοπές και στην ανάπτυξη» μας λέει.

 «Οι κοινωνικές επιπτώσεις υπήρξαν μέχρι στιγμής χειρίσιμες» καταλήγει ο κ. Ρους.«Τη μεγαλύτερη ανησυχία προκαλεί η ανεργία (σ.σ.: που ξεπέρασε το 12%). Η αβεβαιότητα οδήγησε σε απότομη πτώση της εσωτερικής ζήτησης. Η αποκατάστασή της είναι θέμα εμπιστοσύνης, καθώς τα χρέη των νοικοκυριών είναι σχετικά χαμηλά».

Η Σλοβενία - της οποίας ο τραπεζικός τομέας είναι 1,7 φορές το ΑΕΠ και η πλειονότητα των καταθέσεων ανήκει σε ντόπιους κι όχι σε ξένους όπως στην Κύπρο - θα χρειαστεί εφέτος 3 δισ. ευρώ για να καλύψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού, την αποπληρωμή δανείων και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Αν δεν καταφέρει να τα συγκεντρώσει από τις αγορές, θα στραφεί στην τρόικα για βοήθεια και τότε έχει ενδιαφέρον να δούμε αν θα εφαρμοστεί το «κυπριακό μοντέλο» κουρέματος των καταθέσεων.
Προς τα πού κατευθύνεται τώρα η «ασθένεια» του ευρώ      

Σλοβενία:
Τράπεζες στο «κόκκινο»
Οι αποδόσεις των ομολόγων της χώρας πλησιάζουν το 7%, ποσοστό που, όπως έχει αποδειχθεί, σημαίνει μη βιώσιμο χρέος. Τη μεγαλύτερη ανησυχία προκαλούν οι τράπεζες που είναι κυρίως κρατικές και πέρυσι κατέγραψαν συνολικές ζημιές 664 εκατ. ευρώ. Ο τραπεζικός τομέας χρειάζεται απεγνωσμένα ανακεφαλαιοποίηση. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν ξεπεράσει το 20% και προβλέπεται να φθάσουν στο 30%.

Μάλτα:
Μεγάλη «φούσκα», λίγα «τοξικά»
 Ο τραπεζικός τομέας της χώρας είναι γύρω στις οκτώ φορές μεγαλύτερος από το ΑΕΠ της, δηλαδή περίπου όσο και στην Κύπρο, στην Ιρλανδία ή στην Ισλανδία προτού καταρρεύσει. Ωστόσο κάποιοι θεωρούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα της Μάλτας σχετικά εύρωστο επειδή διοικείται με συντηρητικό πνεύμα και δεν έχει μεγάλη έκθεση στα «τοξικά» προϊόντα ξένων τραπεζών.

Ιταλία:
Τεράστιο μέγεθος, τεράστιος κίνδυνος
Ακόμη και αν η Ιταλία αποκτήσει κυβέρνηση μέσω των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων ή μέσω νέων εκλογών, η κυβέρνηση αυτή ενδέχεται να περιλαμβάνει και κόμματα λιγότερο δεκτικά προς τις απαιτήσεις της ΕΕ. Η κατάσταση θα μπορούσε να ξεφύγει αν οι αγοραστές των ιταλικών ομολόγων αρχίσουν να ζητούν υπερβολικά υψηλά επιτόκια. Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της ιταλικής οικονομίας, η διάσωσή της έχει πολλές επικίνδυνες πτυχές.

Γαλλία:
Ευρωζώνη: το τελευταίο οχυρό
Ολοι οι αναλυτές συμφωνούν: αν πέσει η Γαλλία, γκρεμίζεται η ευρωζώνη, συμπαρασύροντας το ιστορικό οικοδόμημα που με κόπο, αλλά και πολλές αδυναμίες και αντιφάσεις, έχτισαν μεταπολεμικά οι «πατέρες της Ευρώπης». Η οικονομική της ανεπάρκεια καθρεφτίζεται στην τακτική να είναι «ουρά» της Γερμανίας. Κι όσοι πίστεψαν ότι με την εκλογή Ολάντ στη γαλλική προεδρία θα άλλαζαν τα πράγματα, έχουν ήδη καταπιεί τη γλώσσα τους.   

Λουξεμβούργο:
Ενα δουκάτο -θησαυροφυλάκιο
Η μυστικότητα και η χαμηλή φορολογία διόγκωσαν υπερβολικά τον τραπεζικό τομέα, που είναι μεγαλύτερος από 22 φορές το ΑΕΠ της χώρας. «Οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες δεν είναι απλώς η κινητήριος δύναμη αλλά ταυτίζονται με την οικονομία μας. Χωρίς αυτές δεν υπάρχει Λουξεμβούργο» λένε στο δουκάτο. Αν τυχόν οι τράπεζές του χρειαστούν ανακεφαλαιοποίηση, η οικονομία του δεν θα μπορέσει να την υποστηρίξει και θα καταρρεύσει.  
Χάρολντ Τζέιμς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον στις ΗΠΑ:
«Δεν αντέχει η νομισματική χωρίς την πολιτική ένωση»

Μετά την Κύπρο, από πόσες ακόμη κρίσεις μπορεί να επιβιώσει το ευρώ; Και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στο μέλλον της ευρωζώνης από αυτό το ιδιότυπο ντόμινο κρατών που, το ένα μετά το άλλο, ζητούν βοήθεια; ρωτήσαμε τον Χάρολντ Τζέιμς, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον στις ΗΠΑ, ειδικό στην ιστορία των οικονομικών κρίσεων και συγγραφέα, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Κατασκευάζοντας την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση» το οποίο κυκλοφόρησε πριν από τέσσερις μήνες και προλογίζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι.

«Το ντόμινο είναι δυνητικά ατελείωτο. Μεγάλες χώρες, μικρές χώρες… Η Σλοβενία, η Μάλτα, τώρα μπήκε και το Λουξεμβούργο σ' αυτή τη συζήτηση. Δεν βλέπω τέλος στον ορίζοντα μέχρι να αποσαφηνιστούν οι λεπτομέρειες της τραπεζικής ένωσης»
απαντάει μιλώντας προς «Το Βήμα».

Αυτή η τραπεζική ένωση που συζητείται στην ευρωζώνη «πρέπει να μοιάζει στα πρότυπα των ΗΠΑ. Αλλά αυτό δεν πρόκειται να επιτευχθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Στις ΗΠΑ οι κανόνες είναι πολύ σαφείς, ενώ στην ΕΕ κάθε φορά που ανακύπτει ένα πρόβλημα αρχίζουν οι πολιτικές συζητήσεις για την αντιμετώπισή του» λέει.

Ο κ. Τζέιμς τονίζει ότι η κρίση στην ευρωζώνη δεν περιορίζεται ανάμεσα στα κράτη-μέλη της, αλλά έχει πολύ ευρύτερες επιπτώσεις, π.χ. στην Ισλανδία και αλλού. «Μια τραπεζική ένωση θα έλυνε αυτά τα προβλήματα, αλλά είναι πολύ δύσκολο να γίνει πραγματικότητα. Δεν είμαι αισιόδοξος» τονίζει.

Η αισιοδοξία εμποδίζεται ακόμη περισσότερο από τις εξελίξεις στην Κύπρο οι οποίες, σύμφωνα με τον κ. Τζέιμς, διεύρυναν το ενδοευρωπαϊκό χάσμα. Αυτό, με τη σειρά του, δυσχεραίνει την πολιτική ένωση που είναι απολύτως απαραίτητη για την επιβίωση του ευρώ. «Η νομισματική ένωση είναι αδύνατο να διατηρηθεί αν απουσιάζει η πολιτική ένωση» υποστηρίζει.

Ο κ. Τζέιμς - βρετανικής καταγωγής, ο οποίος εκτός από το Πρίνστον διδάσκει και στο European University Institute της Φλωρεντίας - προσθέτει ότι όταν οι σημερινοί Ευρωπαίοι ατενίζουν το μέλλον, βλέπουν μόνο παρατεταμένη ύφεση και λιτότητα. Η ΕΕ έχει καταντήσει να σημαίνει μόνο θυσίες: οι Βορειοευρωπαίοι θυσιάζονται πληρώνοντας τους Νοτιοευρωπαίους, ενώ οι Νοτιοευρωπαίοι κάνουν δυσβάστακτες θυσίες για την αποπληρωμή των χρεών.

Οπως γράφει και στο τελευταίο βιβλίο του, ενώ η νομισματική πλευρά του ευρώ σχεδιάστηκε με απόλυτη σαφήνεια, άλλα ζητήματα, όπως οι δημοσιονομικοί κανόνες και η πανευρωπαϊκή εποπτεία των τραπεζών, συζητήθηκαν διεξοδικά στη διάρκεια του σχεδιασμού του ευρώ στις δεκαετίες του '80 και του '90, αλλά αφέθηκαν στα χέρια των κρατών-μελών. «Αυτή η παράλειψη αποδείχθηκε αιτία κρίσης αργότερα» υποστηρίζει. Και τα κομμάτια του ντόμινο θα συνεχίσουν να πέφτουν…

Μάλτα, χρηματοπιστωτική ωρολογιακή βόμβα
Τραπεζικό τσουνάμι απειλεί το «Ντουμπάι της Μεσογείου»  

Η κυριότερη βραχυχρόνια ωφελημένη χώρα από τη φυγή κεφαλαίων από τις κυπριακές τράπεζες είναι η Μάλτα. Ο τραπεζικός τομέας της όμως είναι οκτώ φορές μεγαλύτερος από το ΑΕΠ της (έναντι 22 φορές στο Λουξεμβούργο, επτά στην Ιρλανδία και στην Κύπρο, πέντε στην Ελβετία και τρεις στη Γερμανία). Και μετά τις εξελίξεις στην Κύπρο και τις προειδοποιήσεις του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ προς πάντα ενδιαφερόμενο «ξεκαθαρίστε τις τράπεζές σας, διαφορετικά θα έχετε μπελάδες», οι αγορές έβαλαν στο μάτι τις πιθανές αδυναμίες των κρατών της ευρωζώνης που έχουν διογκωμένο τραπεζικό τομέα.

Στη Μάλτα - ένα μικροσκοπικό νησί που έχει μεγαλεπήβολες φιλοδοξίες να γίνει τραπεζικό κέντρο και αυτοπροωθείται ως το «Ντουμπάι της Μεσογείου» - το δημόσιο χρέος πλησιάζει το 80% του ΑΕΠ (σχεδόν όσο και στην Κύπρο) προκαλώντας ανησυχία. Μετά τη διάσωση της Κύπρου η ηγεσία της Μάλτας σπεύδει να τονίσει προς όλες τις κατευθύνσεις ότι η έτερη νησιωτική χώρα της Μεσογείου αποτελεί διαφορετική περίπτωση.

«Κάνει μεγάλο λάθος όποιος μάς τοποθετεί στην ίδια μοίρα με την Κύπρο»
δήλωσε ο πρωθυπουργός Τζόζεφ Μουσκάτ. «Τα στοιχεία δείχνουν ότι είμαστε υγιείς. Αυτή την ώρα ενισχύουμε τη νομοθεσία κατά του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Στόχος μας δεν είναι να βγάλουμε γρήγορα λεφτά. Είμαστε διατεθειμένοι να αρνηθούμε εν ανάγκη τις υπηρεσίες μας προκειμένου να κρατήσουμε άθικτη την υπόληψή μας».

Οι αναλυτές σημειώνουν μεν ότι οι δύο χώρες εμφανίζουν διαφορές - π.χ. οι μαλτέζικες τράπεζες, λόγω συντηρητικής νοοτροπίας, έχουν περιορισμένη έκθεση σε «τοξικά» προϊόντα -, προειδοποιούν δε για τους κινδύνους. Ο μεγαλύτερος από αυτούς απορρέει από τη γρήγορη επέκταση του τραπεζικού τομέα της Μάλτας.

Σύμφωνα με το πρακτορείο οικονομικών ειδήσεων Bloomberg, η αναλογία των καταθέσεων προς το ΑΕΠ αυξήθηκε στο 172% στα τέλη του 2012 από 141% που ήταν στα τέλη του 2005. Το πρόβλημα είναι ότι η αύξηση του τραπεζικού τομέα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη από την αύξηση της πραγματικής οικονομίας: οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 66,8%, ενώ η πραγματική οικονομία κατά 37%. Αν συνεχιστεί αυτός ο ρυθμός, το ρίσκο είναι μεγάλο.

Ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Μάλτας Τζόζεφ Μπονίτσι τονίζει με κάθε ευκαιρία ότι, αντίθετα από την Κύπρο, «οι μαλτέζικες τράπεζες έχουν περιορισμένη έκθεση στα ομόλογα των χωρών που μπήκαν σε πρόγραμμα διάσωσης» και λειτουργούν με το παραδοσιακό τραπεζικό μοντέλο που βασίζεται στις καταθέσεις. Ο Μπονίτσι χαρακτηρίζει «παραπλανητικές» τις συγκρίσεις με την Κύπρο.

Παραδοσιακό και συντηρητικό είναι και το δημοσιονομικό μοντέλο της Μάλτας - και αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η χώρα έχει προσγειωθεί μέχρι στιγμής στα μαλακά από τις επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. «Σε όλη τη διάρκεια της κρίσης καμία από τις τράπεζές μας δεν χρειάστηκε οποιαδήποτε επέμβαση από την κυβέρνηση, δείχνοντας ότι οι επενδυτικές πολιτικές που υιοθετούν τα χρηματοπιστωτικά μας ιδρύματα είναι υγιείς - δεν πραγματοποιούν επενδύσεις υψηλού ρίσκου» δήλωσε ο πρωθυπουργός Μουσκάτ.

Ωστόσο οι δηλώσεις των μαλτέζων ιθυνόντων για τις διαφορές από την Κύπρο δεν είναι αρκετές για να βάλουν ένα τέλος στη σπέκουλα ότι η Μάλτα θα βρίσκεται μεταξύ των επόμενων «ντόμινο».  

tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου