Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

Συνεχίζεται το παζάρι με την τρόικα και μετά το μνημόνιο


Μακρύς αναμένεται να είναι ο δρόμος μέχρι να καταλήξει η συζήτηση που άνοιξε χθες το οικονομικό επιτελείο με τους θεσμούς για το θέμα της μη περικοπής των συντάξεων αφού οι εκπρόσωποι των θεσμών δεν πείθονται ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τη μη εφαρμογή του μέτρου.
Κατά τη χθεσινή δεύτερη ημέρα των συζητήσεων σε τεχνικό επίπεδο τόσο η Ε.Ε. όσο και το ΔΝΤ επέμειναν στην αρχική τους θέση ότι το υπερπλεόνασμα του 2019 δεν πρόκειται να
ξεπεράσει τα 650-700 εκατ. ευρώ έναντι υπεραπόδοσης άνω του 1 δισ. που υποστηρίζει το υπουργείο Οικονομικών. Στόχος είναι το οικονομικό επιτελείο και οι δανειστές να καταλήξουν σε έναν ετήσιο καθαρό δημοσιονομικό χώρο ύψους 2 δισ. από το 2019 ως το 2022 για να έχει βάση το επιχείρημα της ελληνικής πλευράς ότι ακόμη και αν δεν περικοπούν οι συντάξεις οι δημοσιονομικοί στόχοι είναι επιτεύξιμοι.
Ωστόσο, ακόμη δεν εύκολο να συμφωνηθεί ούτε και για το 2019 καθώς δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία για την ανακατανομή των αντίμετρων και την εφαρμογή τους σε τέσσερα χρόνια ώστε αυτά να έχουν μικρότερο κόστος και να υπάρχει επιπλέον περιθώριο για να μην περικοπούν οι συντάξεις.
Ως γνωστόν, για το 2019 έχει προνομοθετηθεί η περικοπή των συντάξεων με θετική δημοσιονομική επίπτωση 2,1 δισ. ευρώ και αντισταθμιστικά μέτρα ύψους 1,98 δισ. ευρώ. Από τα αντίμετρα το νέο οικογενειακό επίδομα με κόστος περίπου 650 εκατ. ευρώ έχει αρχίσει να ισχύει από τις αρχές του 2018 και είναι δύσκολο να περικοπεί. Το νέο διευρυμένο στεγαστικό επίδομα που ανακοινώθηκε και στη ΔΕΘ είχε αρχικό κόστος 600 εκατ. ευρώ αν θα ευεργετούσε περίπου 600.000 νοικοκυριά, όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί και με τους θεσμούς.
Με την ανακατεύθυνσή του να βοηθήσει τελικά 300.000 νοικοκυριά το κόστος δεν πέφτει ακριβώς στο μισό αλλά περίπου στα 250 – 280 εκατ. ευρώ αφήνοντας περιθώριο 320 έως 350 εκατ. ευρώ. Το σπάσιμο των υπόλοιπων κοινωνικών αντίμετρων (επέκταση στο πρόγραμμα «σχολικά γεύματα», ίδρυση βρεφονηπιακών σταθμών, αύξηση του ΠΔΕ) είχαν συνολικό κόστος περίπου 700 εκατ. ευρώ Με την εφαρμογή τους σε βάθος τετραετίας θα κοστίσουν 175 εκατ. ευρώ το 2019 αφήνοντας περιθώριο 525 εκατ. ευρώ για τον επόμενο χρόνο.
Το πρόβλημα που υπάρχει είναι το υπερπλεόνασμα του 2019 να συμφωνηθεί ότι θα είναι πάνω 1 δισ. ευρώ ώστε με την προσθήκη του περιθωρίου ύψους 850 εκατ. ευρώ να καλυφθεί η εξοικονόμηση από την περικοπή των συντάξεων.
Το ίδιο πολύπλοκη είναι και η ανακατανομή των φορολογικών αντίμετρων του 2020 που εκτός από τη μείωση του συντελεστή για τις επιχειρήσεις (μέτρο που, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, θα εφαρμοστεί σταδιακά από το 2019 ως το 2022) περιλαμβάνει την απαλλαγή από ειδική εισφορά αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ και τη μείωση του χαμηλού συντελεστή για τα φυσικά πρόσωπα από το 22% στο 20% που έχουν προνομοθετηθεί για το 2020.
Ο δεύτερος σημαντικός παράγοντας είναι να επιβεβαιωθούν αν όχι να αναθεωρηθούν προς το καλύτερο οι προβλέψεις για την ανάπτυξη από το 2018 έως και το 2022. Για παράδειγμα χθες έγινε συζήτηση αν η αύξηση της κατανάλωσης (που βασίζεται στις επιμέρους αυξήσεις στις αγορές αυτοκινήτων και τις λιανικές πωλήσεις) που καταγράφεται στα στοιχεία του ΑΕΠ για το δεύτερο τρίμηνο του 2018 είναι μόνιμη ή συγκυριακή και θα επηρεάσει θετικά το 2019 και τα επόμενα χρόνια. Μετά τις συνεχείς αναθεωρήσεις του ΑΕΠ οι εκπρόσωποι των δανειστών εμφανίστηκαν και χθες δύσπιστοι για μια αξιόλογη αναπτυξιακή πορεία ως το 2022.
Ενα επίσης τεχνικό θέμα είναι η επίσημη παραδοχή από τους δανειστές της άρσης του χαρακτηρισμού του μέτρου της περικοπής των συντάξεων ως «διαρθρωτικού». Θα πρέπει δηλαδή να αποδειχθεί ότι το ασφαλιστικό θα παραμείνει βιώσιμο όχι μόνο για το 2019, αλλά τουλάχιστον μέχρι και το 2030.
Ακόμη όμως και αν λυθούν οι δύσκολες προηγούμενες «ασκήσεις», θα πρέπει να υπάρχουν εναλλακτικά σενάρια για τη μη εφαρμογή του μέτρου. Για παράδειγμα, αν ο δημοσιονομικός χώρος που θα οριστικοποιηθεί είναι μικρότερος από το αναμενόμενο θα πρέπει να αποφασιστεί αν θα έχουμε μικρότερη οριζόντια μείωση των συντάξεων, μείωση από ένα όριο σύνταξης ή εφαρμογή του μέτρου σε ορίζοντα τετραετίας.
Ο κατώτερος μισθός
Στις χθεσινές τεχνικές συζητήσεις άνοιξε και το θέμα της αύξησης του κατώτερου μισθού η οποία έχει γίνει σημαία από την κυβέρνηση. Στο θέμα αυτό οι επικεφαλής των ομάδων των θεσμών ζήτησαν περαιτέρω διευκρινίσεις για το ύψος που θέλει να φτάσει τον κατώτερο μισθό η ελληνική πλευρά αλλά και τις βασικές παραδοχές και τις προϋποθέσεις που θα υποστηρίζουν αυτή την αύξηση.
Συζητήθηκε επίσης η συνέχιση της πορείας υλοποίησης του ασφαλιστικού όπου ζητήθηκαν εξηγήσεις για την καθυστέρηση της απόδοσης στους δικαιούχους συντάξεων που καθυστερούν από το 2014.
Συζήτηση σε άλλες ομάδες έγινε και για την πρόοδο της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας αλλά και για τα κόκκινα δάνεια. Ειδικά στο θέμα των κόκκινων δανείων υπήρξε πίεση για τη γεωγραφική επέκταση των πλειστηριασμών, οι οποίοι συνεχίζουν να έχουν περιορισμένο αποτέλεσμα.
Συζητήθηκε επίσης και η αύξηση της απόδοσης του εξωδικαστικού μηχανισμού για τις επιχειρήσεις.
Σήμερα το μεσημέρι η συνάντηση ολοκληρώνεται οπότε και θα γίνει μια αποτίμηση της ηγεσίας των ομάδων των θεσμών με το οικονομικό επιτελείο για τα ευρήματα των επαφών και τις περαιτέρω επαφές.
Δημοσίως την άποψη των θεσμών δεν θα τη γνωρίζουμε πριν δημοσιοποιηθεί η έκθεση για την πρώτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση που αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα τον Νοέμβριο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου