Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Αφιέρωμα στον ποιητή Γιάννη Ρίτσο



Της Στιντσούδη Ιωάννας




«Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε
για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου,
 
απ’ τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε
για να σμίξουμε τον κόσμο.»
Όπως είναι γνωστό, η πρωτομαγιά είναι συνώνυμη με την Παγκόσμια Μέρα των Εργατών, την ημέρα δηλαδή που τιμώνται οι αγώνες του εργατικού κινήματος. Πέρα όμως από την αργία – απεργία, για το εργατικό κίνημα – η 1η Μαΐου μνημονεύεται και ως η μέρα γέννησης του σπουδαίου ποιητή μας Γιάννη Ρίτσου.

Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε την 1η Μαΐου του 1909 στη Μονεμβασιά της Πελοποννήσου και πέθανε στις 11 Νοεμβρίου το 1990, σε ηλικία 81 ετών. Το ποιητικό του έργο έχει σημαδέψει το αναγνωστικό κοινό που τον καθιστά έναν από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελλάδας μας.
Ποιητής πολυγράφος και ανήσυχος, ο Γιάννης Ρίτσος συντάσσεται ενεργά στον πολιτικό στίβο με το μέρος του μαρξισμού και του κομμουνισμού, ο οποίος τον γοήτευσε στα χρόνια της προσβολής του από τη φυματίωση, κατά την τριετή παραμονή του στο σανατόριο «Σωτηρία». Εκεί γνώρισε τους πρώτους επαναστάτες κομμουνιστές. Ακόμη, γνώρισε και τη Μαρία Πολυδούρη, με την οποία συνδέθηκε φιλικά.
Το έργο με το οποίο εκτοξεύτηκε η ποιητική του πένα δεν είναι άλλο από τον Επιτάφιο: μια ποιητική σύνθεση αποτελούμενη από 20 μέρη, με ιδεολογικό και επαναστατικό περιεχόμενο. Αφορμή για να γραφτεί η σύνθεση αυτή αποτέλεσε ο φόνος ενός διαδηλωτή το Μάιο του 1936. Γραμμένο σε μορφή δημοτικού τραγουδιού, κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1936 σε 10.000 αντίτυπα (εκπληκτικός για την εποχή αριθμός) και αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο.
Η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου υπηρετεί το κίνημα του υπερρεαλισμού. Ο υπερρεαλισμός αφορά στον τρόπο που δείχνει ο ποιητής την υπερπραγματικότητα, την πιο πραγματική πραγματικότητα. Ο υπερρεαλισμός σχετίζεται με τον κόσμο της ψυχής, του ασυνειδήτου, τον εσωτερικό και εντελώς κρυμμένο κόσμο του ανθρώπου. Απαιτεί αναγνώστες απελευθερωμένους, αποδεσμευμένους από τη σεμνοτυφία και τους ηθικούς κώδικες, και αφοσιωμένους στη μαγεία της τέχνης. Εν γένει, η υπερρεαλιστική ποίηση, που θυμίζει αυτόματη γραφή, εστιάζει στην ερωτική θεματική, όπως συναντάμε στην ποίηση και άλλων υπερρεαλιστών, όπως είναι ο Ανδρέας Εμπειρίκος.
Ο Ρίτσος συνέγραψε και εννέα μυθιστορήματα για τα οποία ακούστηκαν πολλά αρνητικά σχόλια. Κατά την προσωπική μου εμπειρία από την προσπάθεια ανάγνωσης ενός από αυτά, συνειδητοποίησα έναν πολυγράφο, που δε θύμιζε καθόλου σε λεξιλόγιο την ποίησή του. Το απρεπές λεξιλόγιο σε συνδυασμό με τις παράλογες εικόνες και τη διαταραγμένη συντακτική και εικονική αλληλουχία των φράσεων, θα έφερε και άλλους αναγνώστες σε αμηχανία και αμφισβήτηση. Ωστόσο, σε μια συνέντευξη του ίδιου του ποιητή για τα συγκεκριμένα μυθιστορήματα, επέκρινε την προσέγγιση των αναγνωστών υπό το πρίσμα της ψεύτικης σεμνοτυφίας και εξωτερικής ηθικής, και θεώρησε τόλμη να λέγονται τα πράγματα στην τέχνη «με το όνομά τους», όπως έκανε και ο Αριστοφάνης της αρχαιότητας, απογυμνωμένα δηλαδή από κάθε είδους επικάλυψη και ωραιοποίηση. Με άλλα λόγια, χαρακτήρισε τη δήθεν εξευγενισμένη από απρέπειες γλώσσα ως ψεύτικη γλώσσα.
Η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου δεν απευθύνεται σε μια ελίτ αναγνωστών, αλλά στον απλό, στο λαϊκό αναγνώστη. Εστιάζει σε πρόσωπα και πράγματα λαϊκής αστικής καθημερινότητας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ποίησή του είναι εύκολα προσπελάσιμη και απόλυτα διαυγής.
Επιπρόσθετα, πρωταρχική μέριμνα του Ρίτσου δεν είναι η γλώσσα αλλά η σκηνοθεσία, η ατμόσφαιρα. Η προσφορά του στη νεοελληνική ποίηση αφορά στο γεγονός ότι «κατάφερε να προσδώσει μια μεταφυσική πνοή σε έναν κόσμο που ήθελε να τον κάνει αντιπροσωπευτικό μιας σφαίρας χωρίς χρόνο, μιας μεταφυσικής σφαίρας», όπως είπε ο ποιητής Κώστας Μαυρούδης. Το 1956 εκδίδεται ένα από τα πλέον αγαπημένα ποιήματά που έγραψε: «Η σονάτα του σεληνόφωτος», που ανήκει στη συλλογή «Τέταρτη διάσταση», χάρη στην οποία αποκτά το κρατικό βραβείο ποίησης. Η συλλογή αυτή περιέχει 12 μυθολογικούς και αρχαιόθεμους ποιητικούς μονολόγους, αναδεικνύοντας άγνωστες πτυχές του ψυχισμού των γνωστών ηρώων, ανοικειώνοντας με άλλα λόγια την υπόστασή τους, προσδίδοντας νέες πτυχές του χαρακτήρα τους.
Συνοψίζοντας, αν παρατηρήσει κανείς εγκατεσπαρμένους στίχους του ποιητή στο διαδίκτυο, εύκολα θα αντιληφθεί ότι ο Ρίτσος υπήρξε ένας άνθρωπος που διψούσε για την ομορφιά της φύσης και της ζωής, της αδελφοσύνης και της ειρήνης. Είχε συνειδητοποιήσει το νόημα της ύπαρξης σε αυτόν τον κόσμο. Παρατηρούσε το καθετί απλό, ακόμη και άψυχο, και του έδινε ζωή. Τέλος, η ποίησή του απαντά στη σημερινή εποχή στα πάσης φύσεως προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει η κοινωνία μας σήμερα και μπορεί να μας ωθήσει παραδειγματικά να δράσουμε έτσι ώστε να πούμε «ΟΧΙ» στην αδράνεια και την απάθεια. Αρκεί βέβαια να μην έχουμε κλειδαμπαρώσει τους εαυτούς μας μέσα στο καβούκι του εγωισμού και της παραίτησης από την ελπίδα για αλλαγή.
«Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις, ―εκεί που πάει να σκύψει
με το σουγιά στο κόκαλο, με το λουρί στο σβέρκο,
Να τη, πετιέται αποξαρχής κι αντρειεύει και θεριεύει
και καμακώνει το θεριό με το καμάκι του ήλιου.»
Πηγή: http://trionymo.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου